Το δίδυμο αθλητής-προπονητής και η ψυχολογική προπόνηση

Το δίδυμο αθλητής-προπονητής και η ψυχολογική προπόνηση


Σε αγώνες Παγκόσμιου και Ευρωπαϊκού επιπέδου μόνο το 30-40% των αθλητών πετυχαίνει ατομικό ή φετινό ρεκόρ. Προφανώς για αυτά τα αποτελέσματα, σε μεγάλο ποσοστό, δεν ευθύνεται το «φορμάρισμα» του αθλητή, αλλά η κακή ψυχολογική αντιμετώπιση του αγώνα.

Το θέμα της ψυχολογικής προετοιμασίας είναι πολύ σημαντικό, αλλά μη μετρήσιμο, δηλαδή είναι ποιοτικό στοιχείο και αφορά τους αθλητές σε όλα τα επίπεδα απόδοσης, από το διασυλλογικό μέχρι τους Ολυμπιακούς. Γνωρίζουμε ότι φυσιολογικά η ψυχική ενεργοποίηση είναι μεγαλύτερη σε σημαντικούς αγώνες, αλλά αυτή η διαπίστωση δεν αποδίδει σε όλα τα ψυχολογικά προφίλ των αθλητών. Οι αθλητές χρειάζονται, διαχρονικά, κατάλληλη ψυχολογική «προπόνηση», έτσι ώστε να είναι έτοιμοι στον αγώνα στόχο να αποδώσουν τα μέγιστα και σε ψυχικό επίπεδο.





Με δεδομένο ότι η αγωνιστική απόδοση έχει άμεση σχέση με την ψυχολογική προσέγγιση του αθλητή στον συγκεκριμένο αγώνα και ότι όλοι οι αθλητές δεν αντιμετωπίζουν με τον ίδιο τρόπο τον κάθε αγώνα κάνει πολύ δύσκολη την σωστή προπονητική προσέγγιση στο πρόβλημα. Αν λάβουμε υπόψη την περίπτωση ότι ο/η αθλητής-τρια είναι προπονητικά πανέτοιμος, που συνήθως φαίνεται στα τελευταία προπονητικά τεστ πριν από τον αγώνα και δεν «πετύχει» στους αγώνες, τότε υπάρχει ψυχολογικό πρόβλημα. Συνήθως η «αποτυχία» συνδέεται με το γεγονός ότι ο/η αθλητής-τρια μετέχει σε αγώνες που υπάρχουν πολλοί καλύτεροι αντίπαλοι και ενώ έχει συνηθίσει, με βάση αγώνες χαμηλότερου επιπέδου να είναι πρωταγωνιστής, δεν μπορεί να ανταποκριθεί σε αυτή την "δυσκολία". Είναι ένα κοινό πρόβλημα που παρατηρείται σε αρκετές περιπτώσεις αθλητών όταν μετέχουν σε αγώνες υψηλότερου επιπέδου. Η συμμετοχή σε πολλούς αγώνες προετοιμασίας, με προοδευτική αύξηση της δυσκολίας του αγώνα, είναι μια σωστή προσέγγιση.

Αντίθετα από τα παραπάνω υπάρχουν αθλητές που από υπερβολική ενεργοποίηση αποτυγχάνουν γιατί δεν μπορούν να διαχειριστούν την σωστή κινηματική συμπεριφορά τους. Δηλαδή παρατηρείται το φαινόμενο της «υπερδιέγερσης» που οδηγεί σε τεχνικά λάθη και μυϊκό "σφίξιμο" και έτσι δεν μπορούν να πετύχουν την επίδοση που είναι μέσα στις δυνατότητες τους. Η θεωρία της ελεγχόμενης διέγερσης, δηλαδή ό έλεγχος του οργανισμού έτσι ώστε να παραμείνει πιο ήρεμος, σε σχέση με την υπερβολική διέγερση, είναι η απάντηση. Στην πράξη είναι πολύ δύσκολο, ειδικά σε άτομα που διεγείρονται πολύ. Πολλές φορές έχει συμβεί ο/η αθλητής-τρια να έχει κουρασθεί, από προκριματικό-ημιτελικό και να αποδώσει πολύ καλύτερα στον τελικό, όπου παρουσιάζεται με ελεγχόμενη διέγερση, λόγω της προηγηθείσας αγωνιστικής «κόπωσης».

 

Είναι γεγονός ότι και οι προπονητές δεν είμαστε καλά εκπαιδευμένοι στο θέμα της κατάλληλης και διαχρονικής ψυχολογικής προετοιμασίας των αθλητών μας. Παρακολουθούμε πολλά σεμινάρια για βελτίωση των φυσικών και τεχνικών δεξιοτήτων, αλλά ελάχιστα με θεματολογία εστιασμένη σε αθλητική ψυχολογία.

Για να αντιμετωπισθεί καλύτερα το πρόβλημα στο μέλλον πιστεύω ότι θα πρέπει να υπάρξει συστηματική οργάνωση περιφερειακών σεμιναρίων με την πρόσκληση εξιδεικευμένων επιστημόνων που θα επεξεργασθούν και θα προτείνουν κατάλληλες ψυχολογικές οδηγίες, ανάλογα με το προφίλ του αθλητή, σε διαχρονικό επίπεδο. Παράλληλα η συμμετοχή έμπειρων προπονητών που θα καταθέσουν τις εμπειρίες τους(θετικές-αρνητικές), θα είναι το καλύτερο «σχολείο» για την διάδοση της υπάρχουσας γνώσης.