Δημήτρης Χρόνης: Από μανιώδης καπνιστής, έγινε φανατικός δρομέας, υπερμαραθωνοδρόμος και Six Star Finisher
Νίκη Μηλιαράκη 11:06 12-10-2021
Μπορεί να πει κανείς ότι έχει ζήσει δύο ζωές. Μία πριν μπει στη ζωή του το τρέξιμο και μία μετά. Παρότι το πρώτο κομμάτι είναι το μεγαλύτερο, ο Δημήτρης Χρόνης φαίνεται να το έχει αφήσει τελείως πίσω του. Το θυμάται μόνο για να δείξει σε όλους ότι με τη θέληση και την προσπάθεια όλα γίνονται.
Ο 70χρονος six stars finisher υπήρξε μανιώδης καπνιστής. Ήθελε τρία πακέτα τσιγάρα την ημέρα, ενώ είχε φτάσει τα όρια του υπέρβαρου ζώντας μία καθιστική ζωή χωρίς δράση. Όλα αυτά είχαν ως αποτέλεσμα να κλονιστεί η υγεία του και να καταλήξει στο νοσοκομείο. Θορυβημένος από τις επιπτώσεις που είχε στην υγεία του ο τρόπος ζωής του αποφάσισε να ξεκινήσει γυμναστήριο με σκοπό να κόψει το τσιγάρο και να χάσει κάποια κιλά. Κανείς δεν περίμενε ότι ο 47χρονος τότε καθηγητής μαθηματικών θα εξελισσόταν σ’ έναν φανατικό λάτρη του τρεξίματος και της υγιεινής ζωής. Όπως εξομολογείται στο «runbeat.gr» υπήρξαν πολλοί που τον χλεύασαν τότε με την επιλογή του, όμως εκείνος απέδειξε ότι με τη θέληση, το πείσμα και τη δουλειά όλα γίνονται. Σήμερα στα 70 του χρόνια έχει συμμετάσχει σε αμέτρητους αγώνες δρόμου, μαραθώνιους και υπερμαραθώνιους, ενώ πριν τρεις εβδομάδες κέρδισε το μετάλλιο των six stars finisher έχοντας τερματίσει σε έξι major marathons!
«Γεννήθηκα το 1951 στα Γιάννενα. Έχω τελειώσει το μαθηματικό τμήμα του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων. Υπηρέτησα τη δημόσια εκπαίδευση για 34 χρόνια και συνταξιοδοτήθηκα το 2009», εξηγεί στις πρώτες αναγνωριστικές μας κουβέντες, ενώ αναφέρεται με αγάπη στη σύζυγό του Ανδρομάχη και στα δύο παιδιά που έχουν αποκτήσει, ένα γιο που είναι ερευνητής και μένει μόνιμα στο Σικάγο της Αμερικής και μία κόρη που μένει στην Αθήνα και για χάρη της μετακόμισαν κι αυτοί στην πρωτεύουσα για να προσέχουν τα εγγόνια τους.
Ο κ. Δημήτρης είναι ένας φυσιολογικός παππούς ή μήπως όχι; Είναι ένας άνθρωπος που δε δίστασε στα 47 του χρόνια να αλλάξει πλήρως της ζωή του και να ασχοληθεί με ένα άθλημα που σήμερα ανθεί, αλλά εκείνη την εποχή θεωρούνταν πολύ δύσκολο. «Κατά τη διάρκεια που ήμουν εκπαιδευτικός ήταν τελείως διαφορετική η ζωή μου. Ήμουν μανιώδης καπνιστής και είχα και παραπάνω κιλά. Αυτό με οδήγησε να χάσω ένα μέρος της υγείας μου, δηλαδή, κάποια στιγμή έφτασα να νοσηλευτώ. Αυτό ήταν κάτι που με ταρακούνησε και με έβαλε στη διαδικασία να σταματήσω το κάπνισμα. Για να βοηθηθώ πήγα στο γυμναστήριο. Ήθελα παράλληλα να χάσω και μερικά κιλά. Εκεί σιγά-σιγά ξεκίνησα να κάνω διάδρομο και άρχισε να μου αρέσει. Μετά που είδα ότι ο διάδρομος δε με κάλυπτε άρχισα να τρέχω έξω», μας εξηγεί.
Για να μπει το μικρόβιο του… αθλητή μέσα του, όμως έφταιξε ένας γυμναστής. «Είχα γνωρίσει ένα γυμναστή που είχε τρέξει σε μαραθώνιο και εκείνη την εποχή εγώ τους μαραθωνοδρόμους τους θεωρούσα κάτι υπερφυσικό. Κάποτε τον ρώτησα “μπορώ εγώ μετά από κάποιο διάστημα να τρέξω σε μαραθώνιο;” και μου απάντησε ότι εφόσον μπορώ να τρέξω στο διάδρομο 2,5 ώρες τότε μπορώ να τα καταφέρω και σε μαραθώνιο. Μετά από κάποιο διάστημα αποφάσισα να το κάνω. Θυμάμαι ότι κόντευα να λιποθυμήσω πάνω στο διάδρομο όμως από εγωισμό δεν εγκατέλειψα και ίσα ίσα που κατάφερα να φτάσω στα αποδυτήρια και να μην πέσω κάτω από την υπερκόπωση. Έτσι το 2002 αποφάσισα να τρέξω τον πρώτο μου μαραθώνιο παρότι άκουσα πολλά από φίλους, συγγενείς».
Ο Δημήτρης Χρόνης πήγε για πρώτη φορά στο γυμναστήριο το 1998 σε ηλικία 47 ετών. Σιγά-σιγά ανέβαζε τον όγκο των χιλιομέτρων και ο 2001 αποφάσισε να προετοιμαστεί για τον πρώτο του μαραθώνιο επιλέγοντας τον Αυθεντικό της Αθήνας. Έναν δύσκολο μαραθώνιο και χωρίς την κατάλληλη προετοιμασία. Εξάλλου, όπως ομολογεί χωρίς δισταγμό «έχω κάνει λάθη πάρα πολλά και μέσα από τα λάθη μου σιγά-σιγά μάθαινα. Δηλαδή όταν αποφάσισα να κάνω τον πρώτο μαραθώνιο είχα ένα δίλημμα: Από τη μία μεριά σκεφτόμουν κατά πόσο ήμουν έτοιμος να μπω σε μία τέτοια διαδικασία και από την άλλη ήθελα πάρα πολύ να το κάνω. Ήθελα να δοκιμάσω μέχρι που μπορώ να φτάσω. Αυτό ήταν και το κίνητρο για να πάω στον Αυθεντικό Μαραθώνιο». Ερωτηθείς γιατί διάλεξε έναν τόσο δύσκολο μαραθώνιο για αρχή είπε:
«Ήμουν άσχετος τελείως, αλλά δεν υπήρχε και πληροφόρηση στα Γιάννενα. Όταν εγώ έτρεξα τον πρώτο μου μαραθώνιο υπήρχαν άλλοι δύο αθλητές από την περιοχή που το επιχείρησαν, ενώ τώρα υπάρχουν 350. Δεν είχα μία σωστή πληροφόρηση».
Η έλλειψη σωστής προετοιμασίας είχε τις επιπτώσεις της καθώς όπως λέει «στο 20ό χιλιόμετρο, επειδή δεν ήμουν έτοιμος προφανώς, τα πόδια μου με εγκατέλειψαν, κούτσαινα και θυμάμαι μία πιτσιρίκα 17-18 χρονών που με είδε τόσο ταλαιπωρημένο και σηκώθηκε από εκεί που καθόταν -κρατούσε έναν κλάδο ελιάς στο χέρι, τον οποίο και πήρα στο τέλος του αγώνα- και άρχισε να μου φωνάζει “θα τερματίσετε κύριε, θα τερματίσετε” και με ακολούθησε για περίπου 500 μέτρα φωνάζοντας “συνεχίστε, συνεχίστε”. Μου έδωσε απίστευτη ώθηση και τελικά τερμάτισα κακήν κακώς μετά από 5 ώρες και 38 λεπτά. Μου έτυχε ένα ακόμη παράδοξο στον συγκεκριμένο αγώνα καθώς περίμενα να δω τη γυναίκα μου και την κόρη μου κατά τον τερματισμό, όμως ήταν άφαντες. Βρήκα ένα τηλέφωνο και τις πήρα και τους είπα “που είστε’” και μου λένε “γιατί τερμάτισες; Εμείς νομίζαμε ότι θα τερματίσει μετά τις 5μ.μ.”. Τους είχα πει να υπολογίζουν πέντε ώρες και νόμιζαν ότι τους είπα 5 η ώρα. Έτσι ήμουν μόνος στον πρώτο μου μαραθώνιο στον τερματισμό».
Ένα άλλο που θυμάται έντονα από εκείνο τον πρώτο μαραθώνιο ήταν ότι «έλεγα μέσα μου όταν τερμάτισα “είμαι μαραθωνοδρόμος, είμαι μαραθωνοδρόμος”, από ενθουσιασμό. Όμως μελλοντικά άλλαξα γνώμη και είπα ότι μαραθωνοδρόμος είναι αυτός που θα τερματίσει σε πολλούς μαραθωνίους. Γιατί δεν έχει σημασία το να κάνεις κάτι δύσκολο μία φορά, αλλά να διαπιστώνεις ότι σου αρέσει και να ξαναζείς τα συναισθήματα αυτά τα έντονα που έχει σε όλη τη διαδρομή».
-Μετά την εμπειρία του Αυθεντικού μαραθωνίου αρχίσατε να το βλέπετε πιο σοβαρά;
«Στη συνέχεια ήθελα να τρέξω και έναν μαραθώνιο εκτός Ελλάδας για να θεωρηθώ και διεθνείς μαραθωνοδρόμος. Έτσι το 2003 συμμετείχα στον μαραθώνιο της Ρώμης. Έτρεχα μόνος μου προσπαθώντας να κάνω περισσότερα χιλιόμετρα. Δεν έκανα διαλειμματικές, δεν έκανα μικρότερους αγώνες. Δεν ήμουν οργανωμένος. Απλά έκαναν πολλά χιλιόμετρα με σκοπό να μπορώ να κρατηθώ διανύοντας μία τέτοια απόσταση χωρίς να βλέπω χρόνους. Στους πρώτους μαραθώνιους δεν με ενδιέφεραν οι ρυθμοί και οι χρόνοι. Όσο περνούσαν τα χρόνια, όμως άρχισα να τα βλέπω και αυτά. Ωσότου κατανόησα ότι αυτό ήταν μάταιο και ήθελα να βγω έξω από αυτό το τρυπάκι. Έτσι μετά από αρκετούς μαραθώνιους-έχω κάνει πάνω από 25 μαραθώνιους- μεταπήδησα στις υπεραποστάσεις. Μπαίνεις σε ένα άλλο πεδίο όπου σε ενδιαφέρει μόνο ο αξιοπρεπής τερματισμός, σε ενδιαφέρει να διαπιστώσεις τα όριά σου. Σε ενδιαφέρουν άλλα στοιχεία και όχι ο χρόνος».