Αντοχή στην κόπωση: H 4η διάσταση στην εξίσωση για την βελτίωση του δρομέα
Runbeat Team 18:40 31-05-2024
Εξετάστε δύο δρομείς με πανομοιότυπες τιμές VO2max, δρομική οικονομία και κατώφλι γαλακτικού οξέος. Αυτές οι τρείς τιμές συνθέτουν το «τυποποιημένο μοντέλο» απόδοσης αντοχής. Μπορείτε να τις συνδέσετε σε μια εξίσωση για να υπολογίσετε τον αναμενόμενο χρόνο τερματισμού. Αλλά αν όντως οι τιμές μεταξύ των δυο είναι πανομοιότυπες, τότε ποιος θα τερματίσει πρώτος
Το ερώτημα δεν είναι τόσο υποθετικό όσο φαίνεται. Σε επίπεδο ελίτ οποιουδήποτε αθλήματος αντοχής, οι αθλητές τείνουν να έχουν σχετικά παρόμοιες τιμές και για τις τρεις παραμέτρους, και αν είναι αδύναμοι σε μία, θα αντισταθμίσουν τις άλλες δύο. Και όμως οι εργαστηριακές δοκιμές δεν είναι ικανές να επιλέξουν αξιόπιστα τους καλύτερους. Για παράδειγμα το 2017 στο πλαίσιο του project Breking2 της Νike,οι τρεις Μαραθωνοδρόμοι που επιλέχθηκαν-ανάμεσά τους ο Eliud Kipchoge-, δεν είχαν κάποιες ουσιαστικές διαφορές στις τρείς αυτές παραμέτρους. Επομένως κάτι έλειπε από την εξίσωση που έκανε τη διαφορά για να επιλεγούν αυτοί οι τρεις.
Πρόσφατα, οι ερευνητές εξέτασαν μια παράμετρο που πιθανότητα είναι ο επιπλέον δείκτης που μπορεί να απαντήσει στην εξίσωση. Έχει διάφορα ονόματα: Ανθεκτικότητα, φυσιολογική ανθεκτικότητα, αντοχή στην κόπωση. Με απλά λόγια, είναι ένα μέτρο του πόσο αλλάζουν οι φυσιολογικές σας παράμετροι κατά τη διάρκεια ενός αγώνα. Μια ερευνητική εργασία την αποκαλεί ακόμη και «την τέταρτη διάσταση» της εξίσωσης αντοχής.
Δύο νέες μελέτες προσπαθούν να καλύψουν τα κενά στις γνώσεις μας σχετικά με αυτήν την ανεξερεύνητη πτυχή της απόδοσης αντοχής .Και οι μελέτες ρίχνουν νέο φως στον τρόπο με τον οποίο οι αθλητές αντοχής, μπορούν να τη αξιοποιήσουν τόσο στην προπόνησή τους ,όσο και την ημέρα του αγώνα.
Οι παράγοντες που θα μπορούσαν να επηρεάσουν την αντοχή στην κόπωση
Η πρώτη μελέτη, που δημοσιεύτηκε στο Scandinavian Journal of Medicine & Science in Sports από τον Runar Jakobsen Unhjem του Πανεπιστημίου Nord στη Νορβηγία, συγκρίνει προπονημένους δρομείς με «ενεργούς ενήλικες». Οι δρομείς προπονούνταν για περίπου μια δεκαετία κατά μέσο όρο, με κάτι περισσότερο από 65 χιλιόμετρα την εβδομάδα, με μέση επίδοση στα 10km , τα 33 λεπτά για τους άνδρες και τα 38 λεπτά για τις γυναίκες. Οι δραστήριοι ενήλικες έπαιζαν ψυχαγωγικά αθλήματα αλλά δεν έκαναν περισσότερες από δύο ημέρες την εβδομάδα προπόνηση αντοχής.
Και οι δύο ομάδες ολοκλήρωσαν ένα τεστ VO2 max και ένα τεστ δρομική οικονομίας (Πρόκειται για το ενεργειακό κόστος που ξοδεύει κανείς για τη διατήρηση του ρυθμού) πριν και μετά από μια ώρα τρεξίματος με μέτριο ρυθμό που αντιστοιχεί στο 70% της VO2 max.
Και στις δύο ομάδες η VO2max και η δρομική οικονομία χειροτέρεψαν μετά από μια ώρα τρεξίματος αλλά η πτώση ήταν πολύ πιο απότομη στους δραστήριους ενήλικες. Το ενεργειακό κόστος για τη διατήρηση του ρυθμού αυξήθηκε τέσσερις φορές περισσότερο στους ενεργούς ενήλικες παρά στους δρομείς. Η VO2 max μειώθηκε κατά 5,0% στους ενεργούς ενήλικες, αλλά μόλις 1,2% (όχι στατιστικά σημαντική αλλαγή) στους δρομείς.
Αυτό σημαίνει ότι οι δραστήριοι ενήλικες έπρεπε να εργαστούν σκληρότερα για να διατηρήσουν τον ίδιο ρυθμό, ενώ η ικανότητά τους να κάνουν αυτή τη δουλειά μειώνονταν ταυτόχρονα. Και οι δύο ομάδες ξεκίνησαν με το 70% της VO2 max, δουλεύοντας εξίσου σκληρά. Αλλά το παρακάτω σχήμα δείχνει ότι μέχρι το τέλος οι ενεργοί ενήλικες (AA) πίεζαν πολύ πάνω από το 75% ενώ οι εκπαιδευμένοι δρομείς (TR) μετά βίας δούλευαν σκληρότερα:
Γράφημα που δείχνει τα αποτελέσματα της μελέτης αντοχής στην κόπωση (Scandinavian Journal of Medicine & Science in Sports).
Το βασικό εδώ είναι ότι η αντίσταση στην κόπωση δεν είναι απλώς κάτι με το οποίο γεννιέσαι. Θα βελτιωθεί με την προπόνηση αν και το ποιο είδος προπόνησης στοχεύει καλύτερα προς αυτή την κατεύθυνση μένει να καθοριστεί.
Ένας βασικός παράγοντας για την αντίσταση στην κόπωση: Απότομη αύξηση της έντασης κατά τη διάρκεια του
Η δεύτερη μελέτη, που δημοσιεύτηκε στο European Journal of Sport Science από μια πολυεθνική ερευνητική ομάδα με επικεφαλής τον James Spragg του Πανεπιστημίου του Κέιπ Τάουν στη Νότια Αφρική, εξέτασε ποιοι τύποι προσπαθειών εντός του αγώνα προκαλούν τις μεγαλύτερες αλλαγές στις βασικές τιμές.
Η μελέτη εξέτασε την αντοχή στην κόπωση σε 14 επαγγελματίες ποδηλάτες αφού έκαψαν 2.000 kilojoules(478 θερμίδες) με δύο διαφορετικούς τρόπους. Σε μια δοκιμή, έμειναν σε σταθερή οδήγηση χαμηλής έντασης κάτω από την κρίσιμη ισχύ τους. Στην άλλη δοκιμή, έκαναν 5 οκτάλεπτα διαστήματα σκληρής ποδηλασίας πάνω από την κρίσιμη ισχύ, συν αρκετή εύκολη οδήγηση για να συγκεντρώσουν περίπου τον ίδιο όγκο συνολικής εργασίας. Σίγουρα, τα διαστήματα υψηλότερης έντασης προκάλεσαν μεγαλύτερη πτώση στις βασικές φυσιολογικές τους τιμές, με τις μεγαλύτερες επιπτώσεις στην ικανότητα του σπριντ.
Τα αποτελέσματα υποδεικνύουν ότι οι αυξήσεις στη μέση του αγώνα, είτε στο ποδήλατο είτε στο τρέξιμο, είναι αυτές που θα εξαντλήσουν την προσπάθεια σας προς το τέλος του αγώνα.
Με βάση τα μεμονωμένα αποτελέσματα, ο Spragg και οι συνάδελφοί του ταξινομούν τους ποδηλάτες ως ανθεκτικούς στην κούραση, ημι-κουρασμένους ή ευαίσθητους στην κόπωση, με τρεις, τέσσερις και επτά από τους αναβάτες, αντίστοιχα, να εμπίπτουν σε αυτές τις κατηγορίες. Η προηγούμενη έρευνά τους χρησιμοποιώντας δεδομένα από επαγγελματίες ποδηλάτες υποδηλώνει ότι, αν και όλοι είναι ίσοι στις τρεις βασικές παραμέτρους, οι ανθεκτικοί αναβάτες ,δηλαδή ανθεκτικοί στην κούραση. είναι αυτοί που κερδίζουν αγώνες. Τι καθορίζει λοιπόν ποιος θα καταλήξει σε ποια κατηγορία;
Άλλες μελέτες έχουν συνδέσει την κακή αντίσταση στην κόπωση με την ανεπαρκή τροφοδοσία καυσίμων, αλλά σε αυτή τη μελέτη, όλοι οι αναβάτες έλαβαν 90 γραμμάρια υδατανθράκων την ώρα. Μπορεί επίσης να υπάρχουν μεταβολικές διαφορές στον τρόπο με τον οποίο διαφορετικοί άνθρωποι χρησιμοποιούν τα εσωτερικά τους αποθέματα υδατανθράκων έναντι λίπους.
Τα νέα δεδομένα υποδηλώνουν ότι η διατήρηση του ρυθμού σας και η αποφυγή περιττών αυξήσεων μπορεί να είναι επωφελή, κάτι με το οποίο μπορούν να σχετίζονται ειδικότερα οι αθλητές του τριάθλου. Και όπως συμβαίνει με τη σύγκριση μεταξύ εκπαιδευμένων δρομέων και ενεργών ενηλίκων, η προπόνηση μπορεί να είναι μέρος της απάντησης. Προηγούμενα δεδομένα από επαγγελματίες ποδηλάτες βρήκαν ότι ο υψηλότερος όγκος προπόνησης συσχετίστηκε με μεγαλύτερη αντίσταση στην κόπωση.
Πως ανακαλύπτεις την έλλειψη αντοχής στην κόπωση πριν φτάσεις στον αγώνα
Έχεις προετοιμαστεί επί 3 και 4 μήνες για να σταθείς στην εκκίνηση ενός Μαραθωνίου. Τα αγωνιστικά σου τεστ «δείχνουν» ότι μπορείς με σχετική ασφάλεια να πετύχεις το στόχο σου. Η διατροφή σου είναι εξαιρετική. Δεν αντιμετωπίζεις τραυματισμό ή ενοχλήσεις και όλοι οι οιωνοί είναι θετικοί. Την ημέρα του αγώνα η τροφοδοσία σου κυλά σύμφωνα με το σχέδιο ενώ οι καιρικές συνθήκες είναι εξαιρετικές για ένα ατομικό ρεκόρ. Τα πρώτα χιλιόμετρα κυλούν ιδανικά αλλά μετά από τον ημιμαραθώνιο, αρχίζουν ανεξήγητα σημάδια κόπωσης που δεν μπορούν να δικαιολογηθούν αφού ακολουθείς τον ρυθμό σύμφωνα με την στρατηγική σου. Τι άραγε συμβαίνει; Aφου έχεις εξαντλήσει όλες τις πιθανές αιτίες, ακόμη και μιας υφέρπουσας ίωσης, φτάνεις μοιραία στη γενεσιουργό αιτία. Δεν είχες τον ρυθμό γιατί δεν είχες αναπτύξει την αντοχή στην κόπωση.
Η αντίσταση στην κόπωση χρειάζεται χρόνο για να αναπτυχθεί. Πράγματι, μπορεί να χρειαστούν δύο έως τρία χρόνια για να προπονηθεί η βέλτιστη αντίσταση κόπωσης στους δρομείς. Επίσης είναι βέβαιο ότι παρότι η προετοιμασίας σας έδειχνε ιδανική, θα υπήρχαν προειδοποιητικά σημάδια ότι δεν έχετε αναπτύξει στο επιθυμητό επίπεδο την αντοχή στην κόπωση. Το σημαντικότερο ίσως είναι όταν εκτελείτε προπονήσεις σε αγωνιστικό ρυθμό και παρότι ολοκληρώνονται στον επιθυμητό ρυθμό, αδυνατείτε να πιέσετε τα τελευταία 3-4 χιλιόμετρα λίγο παραπάνω, εάν σας ζητηθεί.